Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος, (7 Ιουλίου 1936 - 8 Φεβρουαρίου 1980) γεννήθηκε το 1936, στο ορεινό χωριό Ανώγεια του Ρεθύμνου της Κρήτης από οικογένεια με μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες.
Η οικογένεια του Ξυλούρη ήταν φτωχή και
γενικά τα χρόνια εκείνα του 1930 ήταν δύσκολα για
τους Ανωγιανούς. Λίγο το λάδι, λίγο το ψωμί, ο
τόπος ξερός για να φυτέψεις, να ποτίσεις και το
χωριό εντελώς κατεστραμμένο. Σ’ αυτή τη γωνιά
της γης ο Νίκος Ξυλούρης κάνει τα πρώτα του
βήματα.
Σε νεαρή ηλικία, στην τρίτη μόλις τάξη,
παρακαλεί τους γονείς του να του πάρουν μια λύρα
και να τον αφήσουν να συνεχίσει την δουλειά του
παππού του. Αλλά ο πατέρας του, Γιώργος Ξυλούρης,
είναι ανένδοτος, θέλει ο γιος του να μάθει
γράμματα και να σπουδάσει. Τελικά όμως ο Νίκος, με
τη βοήθεια του δασκάλου του, ο οποίος πίστεψε στο
ταλέντο του, καταφέρνει να πείσει τον πατέρα του.
Ετσι ένα πρωινό αγοράζει από το Ηράκλειο την πιο
όμορφη λύρα. Τα όνειρα του Νίκου παίρνουν σάρκα
και οστά. Το τραγούδι γίνεται από εκείνη τη
στιγμή ο σκοπός της ζωής του. Κανείς πια δεν
μπορεί να τον εμποδίσει. Αλλά ούτε και ο ίδιος θα
μπορούσε να φανταστεί πως με το τραγούδι του θα
έφερνε μια μέρα μηνύματα αγάπης και λευτεριάς
και θα ξεσήκωνε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στα 17 με όπλα τη λύρα και τη φωνή του ζητά
την ευχή της μάνας του, χαιρετά τα αγρίμια
και το Ψηλορείτη και κατεβαίνει στο Ηράκλειο. Εκεί πιάνει δουλειά στο κέντρο "Κάστρο" και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα ίσα την κάμαρα που είχε νοικιάσει. Ο Ξυλούρης την περίοδο αυτή είχε να αντιμετωπίσει τη μουσική εκείνης της εποχής (ευρωπαϊκά βαλς, ταγκό κ.λ.π) καθώς επίσης και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Τα οικονομικά του δεν πήγαιναν καλά, οι καλοί φίλοι όμως που είχε αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν οργανώνοντας γλέντια. Ετσι ο Νίκος σιγά -σιγά άρχισε να γίνεται γνωστός στο ευρύ κοινό και να κερδίζει όλο και πιο πολλά χρήματα, βέβαια δεν δούλευε μόνο για τα χρήματα και όπου δεν είχαν να τον πληρώσουν καθόταν με το παραπάνω λέγοντας : "Αυτοί έχουν περισσότερη ανάγκη για να γλεντήσουν".
και το Ψηλορείτη και κατεβαίνει στο Ηράκλειο. Εκεί πιάνει δουλειά στο κέντρο "Κάστρο" και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα ίσα την κάμαρα που είχε νοικιάσει. Ο Ξυλούρης την περίοδο αυτή είχε να αντιμετωπίσει τη μουσική εκείνης της εποχής (ευρωπαϊκά βαλς, ταγκό κ.λ.π) καθώς επίσης και τους μεγάλους λυράρηδες που δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Τα οικονομικά του δεν πήγαιναν καλά, οι καλοί φίλοι όμως που είχε αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν οργανώνοντας γλέντια. Ετσι ο Νίκος σιγά -σιγά άρχισε να γίνεται γνωστός στο ευρύ κοινό και να κερδίζει όλο και πιο πολλά χρήματα, βέβαια δεν δούλευε μόνο για τα χρήματα και όπου δεν είχαν να τον πληρώσουν καθόταν με το παραπάνω λέγοντας : "Αυτοί έχουν περισσότερη ανάγκη για να γλεντήσουν".
Την 21η Μαΐου του 1958, ο Νίκος Ξυλούρης
παντρεύεται την Μελαμπιανάκη Ουρανία και το
Σεπτέμβρη του ίδιου έτους αποφασίζουν να
εγκατασταθούν μαζί στο Ηράκλειο. Ο Νίκος
συνεχίζει την ανοδική του πορεία και τον
Νοέμβριο του 1958 βγάζει τον πρώτο του δίσκο με την
εταιρία "Οντεόν" που έχει τίτλο "Μια
μαυροφόρα που περνά". Η αμοιβή του ; 150
δραχμές !! Ο δίσκος είχε επιτυχία και έτσι η
εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους
δίσκους, βγάζοντας τον από τις δύσκολες μέρες.
Το 1966 το κράτος επιλέγει και στέλνει τον
Νίκο Ξυλούρη σε φολκλορικό διαγωνισμό στο Σαν
Ρέμο οπού ανάμεσα από δεκάδες συγκροτήματα ο
Ελληνας λυράρης παίρνει το πρώτο βραβείο για την
ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με την λύρα.
Το 1967, επί δικτατορίας, ανοίγει στο
Ηράκλειο το πρώτο κρητικό κέντρο, τον "Ερωτόκριτο"
και τον Απρίλη του 1969 κάνει την πρώτη του επίσημη
δοκιμαστική εμφάνιση του στην Αθήνα, στο κέντρο
"Κονάκι". Ο κόσμος τον αποθεώνει
και ο Νίκος Ξυλούρης αποφασίζει να εγκατασταθεί
στην Αθήνα. Κάποιο από τα βράδια ο Νίκος
γνωρίζεται με τον σκηνοθέτη και ποιητή Ερρίκο
Θαλασσινό και γίνονται αχώριστοι φίλοι. Μέσο του
Θαλασσινού γνωρίζει τον μουσικοσυνθέτη Γιάννη
Μαρκόπουλο με τον οποίο και συνεργάστηκε. Μετά
από ένα χειμώνα επιτυχίας, το καλοκαίρι του ’70
κατεβαίνει στο Ηράκλειο να εργαστεί. Εκείνο το
καλοκαίρι γνωρίζεται με τον Τάκη Λαμπρόπουλο,
τότε διευθυντή της "Κολούμπια", ο
οποίος και του ζητά να συνεργαστούν. Αυτή η
συνάντηση αποτέλεσε την αφετηρία για την καριέρα
του Νίκου. Το έργο του με τίτλο τα "Ριζίτικα",
που τόσο καιρό προσπαθούσε να εκδώσει, γίνεται δίσκος και φιγουράρει στις
βιτρίνες των αθηναϊκών καταστημάτων. Αργότερα
βραβεύεται για την ερμηνεία στο δίσκο αυτό από
την Γαλλική Ακαδημία Σάρλ Κρός αλλά θα πάρει την
πρώτη του καλλιτεχνική απογοήτευση αφού στο
εξώφυλλο του ξένου δίσκου δεν αναφέρεται καν το
όνομα του.
Μετά τα κέντρα και τις μπουάτ, έρχεται το
θέατρο. Το καλοκαίρι του 1973 η αξέχαστη Τζένη
Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος ανεβάζουν το "Μεγάλο
μας Τσίρκο". Ο Νίκος Ξυλούρης δίνει τον
καλύτερο εαυτό του και τα ταμεία δεν
προλαβαίνουν να κόβουν εισιτήρια. Η παράσταση
μένει σταθμός στην καλλιτεχνική καριέρα του
Νίκου.
Ο Νίκος Ξυλούρης ζούσε μεγάλες στιγμές
δόξας, αλλά μέσα του ήξερε ότι όλα αυτά δεν θα τα
ζούσε για πολύ ακόμα. Η ασθένεια του αιώνα μας
(καρκίνος) είχε αναπτυχθεί μέσα του και μέρα με
την ημέρα του αφαιρούσε τη ζωή. Τελικά μετά από
πολλές προσπάθειες ο Νίκος Ξυλούρης χάνει την
άνιση αυτή μάχη στο αντικαρκινικό Νοσοκομείο
Πειραιώς.
8 Φεβρουαρίου 1980.
8 Φεβρουαρίου 1980.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου